Στην αίθουσα αναμονής
Πίσω από τις συρόμενες πόρτες. Μαζί με τους
άλλους. Με τα μάτια καρφωμένα, να τελειώσει το παλιό, να αρχίσει το νέο.
Αρχίζουν να ανοιγοκλείνουν. Τα μάτια όλα εκεί, με αγωνία, κάποια με συγκρατημένα δάκρυα. Κάποιοι τεντώνονται μήπως
και δουν πρώτοι από τους άλλους, μήπως επιταχύνουν την παρουσία των δικών τους.
Μιλάνε, μοιράζονται την αγωνία και την ανυπομονησία. Γίνονται πιο εύκολες
άραγε;
Βήματα προσέγγισης, αγκαλιές σφιχτές,
δάκρυα ελεύθερα. Μαγεμένη εικόνα, αληθινά συναισθήματα, αυθεντική αγάπη. Προς
στιγμήν αποσπώμαι. Αυτοί είμαστε… Ένα κομμάτι χρυσό, αν θέλουμε….
Το βλέμμα μου πάλι στην πόρτα. Φευγαλέα, κοιτάζω
στο χέρι μου το κόκκινο τριαντάφυλλο. Το διάλεξα ανάμεσα σε άλλα. Και στέκει
μεγαλόπρεπο μέσα στο περιτύλιγμα, με αγκαλιά του την κορδέλα. Για σένα….
Πυκνή ροή στο ποτάμι που έρχεται για να ενωθεί με
αυτό που περιμένει. Ακόμη δεν έχεις φανεί. Χαμογελώ. Όπου να ‘ναι….
Η βουή μετατρέπεται αργά σε σιωπή. Στο βάθος, βλέπω πλάτες αγκαλιασμένες να φεύγουν με αργά βήματα. Γιατί να βιαστούν; Τα
έχουν όλα….
Δυο, τρεις ακόμη έρχονται. Δυο, τρεις τους
περιμένουν. Ακριβώς το μέτρημα. Χωρίς υπόλοιπο.
Μόνος. Η πόρτα έχει ώρα να ανοίξει. Και ξαφνικά….
Μόνος. Η πόρτα έχει ώρα να ανοίξει. Και ξαφνικά….
«Συγγνώμη, μήπως είδατε…;» Με κοιτάζει με απορία
και γλυκιά συγκατάβαση. Δυο φώτα έσβησαν για να πουν τέλος. «Όχι, αφήστε το»,
λέω. Τι να πώ; Πώς να σε περιγράψω; Τι να καταλάβει;
Στο βάθος γιορτάζουν. Τελείωσε το παλιό, άρχισε
το νέο!
Κάνω δυο βήματα πίσω. Χαμογελώ. Κοιτάζω στο χέρι
μου. Το τριαντάφυλλο μεγαλόπρεπο. Δεν φάνηκες. Ούτε και χθες. Αύριο;
Παναγιώτης Ασημακόπουλος
Θεολόγος καθηγητής
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου