Έλληνες και Ευρωπαίοι


Ανατομικές παρατηρήσεις επί νοοτροπίας και ιδιοσυγκρασίας

Οι τρεις εικόνες που ακολουθούν είναι από αμοντάριστα πλάνα και σίγουρα ενδεικτικές και όχι αποδεικτικές. Κάθε γενίκευση είναι επικίνδυνη και οποιαδήποτε ομοιότητα με τα πρόσωπα είναι πραγματική.
Το περασμένο Σαββατοκύριακο πήγαμε οικογενειακή εκδρομή από το Ηράκλειο στα Χανιά.
Εικόνα πρώτη: Καθ᾿ οδόν, σκεφτήκαμε να κάνουμε μια παράκαμψη με το αυτοκίνητο για μπάνιο σε μια γνωστή παραλία. Σε τέσσερα διαφορετικά σημεία, συναντήσαμε ισάριθμα ζευγάρια ξένων τουριστών να περπατούν. Το σκηνικό πανομοιότυπο. Η γυναίκα μπροστά με σακίδιο στην πλάτη. Πίσω της σε απόσταση τριών μέτρων ακολουθούσε ο άντρας με (μεγαλύτερο) σακίδιο. Σιωπηλοί, συντεταγμένοι, στην άκρη του δρόμου. Παρακάτω, συναντήσαμε ένα ζευγάρι Ελλήνων (ντόπιων ή τουριστών δεν γνωρίζω). Ο ένας δίπλα στον άλλον, να πειράζονται, να φωνάζουν, να γελούν, στη μέση του δρόμου.
Εικόνα δεύτερη:  Το ξενοδοχείο καλό και φθηνό (λόγω εποχής και κρίσης μάλλον), είχε στην τιμή του και το βραδινό φαγητό. Μέχρι τις 20:30 βέβαια η ώρα προσέλευσης, καθώς είναι προσαρμοσμένο στη νοοτροπία των ξένων για δείπνο νωρίς το βράδυ και όχι …νωρίς το πρωί. Μπουφές πλουσιοπάροχος και ήμασταν οι μοναδικοί Έλληνες ένοικοι του ξενοδοχείου, το οποίο ήταν γεμάτο ξένους. (Αλήθεια, όλοι αυτοί δουλεύουν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο;) Μεγάλοι και παιδιά πέσαμε με τα μούτρα στο να γεμίζουμε τα πιάτα. Κοτόπουλα, κρέατα, λουκάνικα, πίτες, μπουρεκάκια, μακαρόνια, τυριά, μεζεδάκια, ων ουκ έστι αριθμός. Πάμε και στα γλυκά: Γαλακτομπούρεκο, μπακλαβάς, μικρά σιροπιαστά, τούρτες, κρέμες, παγωτό. Καθώς καθόμαστε στο τραπέζι, διαπιστώνουμε ότι ο πιο «καλοφαγάς» Ευρωπαίος είχε πάρει βραστό μπρόκολο, τρεις φέτες αγγουράκι και φιλέτο ψάρι στον ατμό και για επιδόρπιο ζελέ κεράσι.
Εικόνα τρίτη: Κατά την επιστροφή μας την επόμενη ημέρα, σταματήσαμε για μεσημέρι σε παραλιακή ταβέρνα. Καθίσαμε ανάμεσα σε μια παρέα τεσσάρων νεαρών Κρητικών και μιας οικογένειας Γερμανών με δυο παιδάκια. Στο τραπέζι των ξένων υπήρχε λιτό φαγητό και δυο κουτάκια σόδα (προφανώς είχαν παραγγείλει μεταλλικό νερό, αλλά έφαγαν «πόρτα»). Οι τέσσερις νεαροί είχαν πιατέλες με ό,τι βελάζει και κακαρίζει, που στριμώχνονταν ανάμεσα σε δεκαπέντε μπουκάλια Amstel. Δεν χρειάζεται πολλή φαντασία για να υποθέσει κανείς από πού προέρχονταν οι φωνασκίες και τα τρανταχτά γέλια. Όταν ήρθε η στιγμή της εξόφλησης του λογαριασμού, ο Γερμανός μπαμπάς πήρε και το χρηματικό μερίδιο της μαμάς, το μέτρησε και το ένωσε με τα δικά του χρήματα, τα οποία έδωσε με ένα συγκρατημένο χαμόγελο στο σερβιτόρο. Στο άλλο τραπέζι, ένας από τους νεαρούς Κρητικούς «έκανε το λάθος» να βάλει δυο πενηντάρικα πάνω στο δίσκο του σερβιτόρου. Οι άλλοι τρεις πετάχτηκαν από τις θέσεις τους. «Ίντα κάνεις, μπρε;», φωνάζει ο ένας, βάζοντας ταυτόχρονα το χέρι στην τσέπη του. «Άστα Μανωλιό, είναι δικά μου», λέει ο τρίτος κρατώντας ταυτόχρονα το χέρι του δεύτερου, ώστε να μη βγει από την τσέπη με τα λεφτά. «Κερνάω σήμερα εγώ», λέει ο τελευταίος «για το πρωτάθλημα που πήραμε και σας έτσουξε λιγάκι»….
Θεέ μου, σε τι κόσμο μεγαλώνω τα παιδιά μου;

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Έμμηνος ρύση και Θεία Κοινωνία

Η ομιλία μου στην επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940 (2013)

Η θλιβερή εικόνα των μαθητών της Γ΄ Λυκείου

Απασφάλιση θεολόγου…

Οι Τρεις Ιεράρχες στα σκουπίδια….

Το «δικαίωμα» των καταλήψεων

Μεταξύ θεολόγων ειλικρίνεια…

Συζητώντας με έναν κομπλεξικό (…περί θρησκείας)

Θεέ μου, είσαι άδικος….

Γράμμα στον Ιούδα…